Σπουδαιότητα: Χρειάζεται να διαθέτει έντονο ερευνητικό πνεύμα, καινοτόμες ιδέες, υπομονή, επιμονή, παρατηρητικότητα και μεθοδικότητα κατά την άσκηση της εργασίας του και να δείχνει σεβασμό στην αξιοπρέπεια και την προσωπικότητα όλων των ανθρώπινων όντων. Επιβάλλεται, επίσης, να είναι ακριβής και σχολαστικός κατά την διεξαγωγή των πειραμάτων του και οργανωτικός όταν καταγράφει, επεξεργάζεται και αναλύει τα αποτελέσματά τους. Τέλος, εκτός από την πολύ καλή γνώση ξένων γλωσσών και εξειδικευμένων προγραμμάτων στον ηλεκτρονικό υπολογιστή, πρέπει να χειρίζεται με επιδεξιότητα τα πολύπλοκα όργανα και τα ειδικά μηχανήματα που είναι απαραίτητα για την εκτέλεση της εργασίας του. Τέλος, καθώς συχνά χειρίζεται ευαίσθητα ζητήματα γύρω από τη δημόσια υγεία και τις ηθικές συνέπειες των πειραμάτων του, οφείλει να τηρεί τον κώδικα δεοντολογίας που διέπει το επάγγελμά του.
Καθήκοντα: Το πρώτο βήμα που κάνει ο γενετιστής φαρμάκων είναι η εύρεση ενός βιολογικού στόχου για μια νέα χημική ουσία που μπορεί να είναι υποδοχέας, ένζυμο ή δίαυλος ιόντων. Η χημική αυτή ουσία μετά από κατάλληλη επεξεργασία μπορεί να οδηγήσει στη σύνθεση ενός φαρμάκου για την ανακούφιση των συμπτωμάτων ή την πρόληψη μιας νόσου. Στη συνέχεια πρέπει να ανακαλύψει μια δοκιμασία για να ελέγξει εάν δραστικές ουσίες δρουν στο βιολογικό στόχο που έχει επιλέξει. Η πιστοποίηση των στόχων αυτών μέσω κατάλληλων τεχνικών είναι μια από τις κύριες προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο γενετιστής φαρμάκων καθώς η αύξηση των βιολογικών στόχων συνεπάγεται και αύξηση των μεθόδων πιστοποίησης τους. Ακολουθεί η εργαστηριακή σύνθεση των χημικών ουσιών οι οποίες φαίνεται να δρουν στους στόχους που επελέγησαν. Ερευνάται η δράση των ουσιών που παρασκευάστηκαν και τα πιθανά δραστικά φάρμακα που προκύπτουν μελετώνται διεξοδικά και έπειτα αναπτύσσονται. Ο γενετιστής φαρμάκων χρησιμοποιεί μεθόδους υψηλής γενικής επιλογής που στηρίζονται σε αυτοματοποιημένο εξοπλισμό και μεγιστοποιούν την ταχύτητα προσδιορισμού των φαρμάκων αυτών. Η διαδικασία αυτή επιτρέπει στις φαρμακοβιομηχανίες να προσομοιώσουν πώς η χορήγηση ενός φαρμάκου μπορεί να επηρεάσει το γενικό πληθυσμό. Αυτού του είδους οι εικονικές κλινικές δοκιμές δεν αναιρούν την ανάγκη για πειράματα με ανθρώπους αφού κανένα λογισμικό δεν μπορεί να υποκαταστήσει τις αντιδράσεις του ζωντανού οργανισμού. Μπορούν, όμως να οδηγήσουν σε συμπεράσματα πιο γρήγορα και με μικρότερο δείγμα ανθρώπων. Εάν είναι γνωστό ότι κάποιο μόριο είναι δραστικό σε συγκεκριμένο βιολογικό στόχο, τότε με τη βοήθεια ειδικού λογισμικού επεξεργάζεται το μοντέλο του στερεοχημικά και επιχειρεί να βελτιστοποιήσει τη χημική του συγγένεια λαμβάνοντας υπόψη και συνεπώς τροποποιώντας παραμέτρους όπως το σχήμα και το ηλεκτρονικό του φορτίο. Στόχος όλης αυτής της ερευνητικής και πειραματικής διαδικασίας είναι η Παρασκευή αποτελεσματικών φαρμάκων με τις λιγότερες – κατά το δυνατόν – παρενέργειες.